αιμοσφαιρινουρία

αιμοσφαιρινουρία
Παρουσία αιμοσφαιρίνης στα ούρα. Προκαλείται όσες φορές συμβαίνει στον οργανισμό μεγάλη και γρήγορη καταστροφή ερυθρών αιμοσφαιρίων ώστε να αδυνατεί να διασπάσει την παραγόμενη αιμοσφαιρίνη. Διαφέρει από την αιματουρία στο ότι λείπουν εντελώς ερυθρά αιμοσφαίρια από τα ούρα. Η α. διακρίνεται από τη μακροσκοπική αιματουρία γιατί, μολονότι και στις δύο το χρώμα των ούρων είναι βαθύ ερυθρό, στην α. η όψη των ούρων είναι διαυγής ενώ στην αιματουρία είναι θολή. Τα συχνότερα αίτια α. είναι μεγάλα εγκαύματα, έντονες αιμολυτικές κρίσεις οποιασδήποτε αιτιολογίας κ.ά.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • παροξυντικός — ή, ό / παροξυντικός, ή, όν, ΝΜΑ [παροξύνω] νεοελλ. αυτός που επέρχεται με παροξυσμό («παροξυντική αιμοσφαιρινουρία») μσν. αρχ. 1. αυτός που παροξύνει, ο κατάλληλος στο να παροξύνει, ο παρορμητικός, ο διεγερτικός, ο προτρεπτικός («παροξυντικόν… …   Dictionary of Greek

  • αναλύσεις, κλινικές — Μορφολογικές, φυσικές, χημικές και βιολογικές εξετάσεις, που γίνονται σε ιστούς, εκκρίματα, απεκκρίματα ή παθολογικά προϊόντα του οργανισμού, με σκοπό να οδηγηθεί ο γιατρός στη σωστή διάγνωση, στον καθορισμό της βαρύτητας και στην παρακολούθηση… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”