- αιμοσφαιρινουρία
- Παρουσία αιμοσφαιρίνης στα ούρα. Προκαλείται όσες φορές συμβαίνει στον οργανισμό μεγάλη και γρήγορη καταστροφή ερυθρών αιμοσφαιρίων ώστε να αδυνατεί να διασπάσει την παραγόμενη αιμοσφαιρίνη. Διαφέρει από την αιματουρία στο ότι λείπουν εντελώς ερυθρά αιμοσφαίρια από τα ούρα. Η α. διακρίνεται από τη μακροσκοπική αιματουρία γιατί, μολονότι και στις δύο το χρώμα των ούρων είναι βαθύ ερυθρό, στην α. η όψη των ούρων είναι διαυγής ενώ στην αιματουρία είναι θολή. Τα συχνότερα αίτια α. είναι μεγάλα εγκαύματα, έντονες αιμολυτικές κρίσεις οποιασδήποτε αιτιολογίας κ.ά.
Dictionary of Greek. 2013.